Του Γ.Κατσιάνη
Η χθεσινή συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ, στο Βίλνιους επιβεβαίωσε τις διαφορές που έχουν οι δύο χώρες στο Αιγαίο.
Από μία, η Ελλάδα τόνισε ότι μοναδική εκκρεμής διαφορά αποτελεί η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών (ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας).
Από την άλλη, η Τουρκία επιδιώκει να διευρύνει σημαντικά την ατζέντα των συζητήσεων, προτείνοντας την έναρξη ενός άνευ όρων πολιτικού διαλόγου με όλα τα ζητήματα στο τραπέζι.
Την ίδια ώρα, η Άγκυρα εξακολουθεί να μην αποδέχεται το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS III), σύμφωνα με το οποίο καθορίζονται μια σειρά από ζητήματα διμερών διαφορών στο Αιγαίο.
Ειδικότερα, η παράγραφος 2 του άρθρου 121 αναφέρει πως “η χωρική θάλασσα, η συνορεύουσα ζώνη, η αποκλειστική οικονομική ζώνη και η υφαλοκρηπίδα μιας νήσου καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας σύμβασης που εφαρμόζονται στις άλλες ηπειρωτικές περιοχές”, γεγονός που αποτελεί “κόκκινο πανί” για την Άγκυρα, διότι περιορίζει αισθητά τα χωρικά της ύδατα.
Επιπλέον, το άρθρο 3 του UNCLOS III ορίζει ότι “κάθε κράτος έχει το δικαίωμα να καθορίσει το εύρος της χωρικής του θάλασσας…μέχρι τα 12 ναυτικά μίλια”, γεγονός που αποτελεί casus belli για την Άγκυρα.
Βέβαια, η Άγκυρα χαρακτηρίζει το Αιγαίο, “ημίκλειστη θάλασσα” και επικαλείται το άρθρο 123 του Δικαίου της Θάλασσας, το οποίο κάνει λόγο για “συνεργασία μεταξύ των κρατών στην άσκηση των δικαιωμάτων τους και την εκτέλεση των καθηκόντων τους”.
Μόνο που η συνεργασία αυτή περιορίζεται σε θέματα προστασίας του περιβάλλοντος, αλιείας και επιστημονικής έρευνας.
Δεν εκτείνεται γενικώς στην άσκηση άλλων δικαιωμάτων, όπως είναι η επέκταση των χωρικών υδάτων.
Συνεπώς, Ελλάδα και Τουρκία καλούνται να υπερβούν τις διαφορές που έχουν σήμερα και να συγκλίνουν σε μια κοινή πορεία για το μέλλον.
Προσωπικά, δεν είμαι αισιόδοξος, αν και θεωρώ ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις θα διανύσουν μια ήρεμη περίοδο, τουλάχιστον μέχρι τέλος του έτους.