Του Γ. Κατσιάνη
Είναι Κυριακή του Πάσχα και αποφασίζεις να πιείς τον πρωϊνό σου καφέ σε παραθαλάσσιο κατάστημα εστίασης του Πλαταμώνα Πιερίας.
Κάθεσαι λοιπόν και περιμένεις να παραγγείλεις.
Η ώρα περνά και αρχίζεις να αναρωτιέσαι προς τι η αναμονή.
Προσπαθείς να εντοπίσεις αν υπάρχει σερβιτόρος/σερβιτόρα και μετά από λίγο, διαπιστώνεις ότι όντως, υπάρχει!
Κάνεις νόημα να έρθει για παραγγελία αλλά ενώ αρχικά σου κάνει νόημα ότι σε είδε, ξεχνά να έρθει.
Τελικά, του κάνεις νόημα ξανά (άλλωστε ο επιμένων νικά) και μετά από 10 λεπτά, ο σερβιτόρος εμφανίζεται έτοιμος για την παραγγελία.
“Τουλάχιστον παραγγείλαμε”, σχολιάζεις ανακουφισμένος αλλά όταν κοιτάς το ρολόϊ σου, διαπιστώνεις ότι έχουν περάσει ήδη 30′(!) που βρίσκεσαι εκεί.
Ο χρόνος περνά, τα λεπτά κυλούν και ο σερβιτόρος αντί να φέρει την παραγγελία, πάει και έρχεται δεξιά και αριστερά, πότε με άδεια χέρια, πότε κρατώντας ένα δίσκο.
Και ενώ έχουν περάσει τρία τέταρτα της ώρας και ετοιμάζεσαι να φύγεις, πλησιάζει μία σερβιτόρα και ρωτά με αφελές ύφος: “Έχετε παραγγείλει;”.
“Ναι, εδώ και σχεδόν μία ώρα”, απαντάς κοφτά και σε κοιτά απορημένη.
“Συγνώμη για την καθυστέρηση, φέρνω αμέσως την παραγγελία σας”, λέει η σερβιτόρα, σαν να την έχει χτυπήσει ρεύμα, κάνει μεταβολή και αποχωρεί με γοργά βήματα.
Τελικά, μετά από 65′(!)αναμονής, όσο δηλαδή χρειάζεται για να διανύσεις οδικώς την απόσταση Θεσσαλονίκη-Κατερίνη, η παραγγελία επιτέλους έρχεται.
“Συγνώμη για την καθυστέρηση…”, απολογείται ο ιδιοκτήτης, λίγο πριν την αποχώρηση.
Φεύγεις, προβληματισμένος με την σκέψη αν άξιζε τον κόπο….