Του Γ. Κατσιάνη
Πέρασαν 13 χρόνια από τότε που ο μνημονιακός νόμος 4093/2012 έβαλε “φρένο” στην καταβολή του 13ου και 14ου μισθού στον δημόσιο τομέα.
Παρά το γεγονός ότι η κρίση χρέους ολοκληρώθηκε το 2018 και η ελληνική οικονομία διάγει τον έβδομο χρόνο ανάπτυξης, “τρέχοντας” με ρυθμό 2,3% και την ανεργία να έχει υποχωρήσει κάτω από το 10%, μέχρι σήμερα η κυβέρνηση παραμένει σταθερά αντίθετη στην επέκταση του 13ου και 14ου μισθού και στον δημόσιο τομέα.
“Ο δικαιολογητικός λόγος της κατάργησης των επιδομάτων εορτών και αδείας πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει εκλείψει μετά την είσοδο της χώρας στη λεγόμενη “μεταμνημονιακή εποχή””, τονίζει, μεταξύ άλλων σε ανακοίνωση της η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων.
Πρόσφατα, υπάλληλος του υπουργείου Παιδείας κατέθεσε αγωγή στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, με την οποία ζητά την επαναφορά των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα και του επιδόματος θερινής άδειας, αλλά και να αναγνωριστεί η υποχρέωση του δημοσίου να καταβάλει αναδρομικά τον 13ο και 14ο μισθό της διετίας 2023 και 2024.
Στο πλευρό του υπαλλήλου βρίσκεται και η ΑΔΕΔΥ, η οποία με αίτημα της ζήτησε από το Συμβούλιο της Επικρατείας την διεξαγωγή πρότυπης δίκης για να κριθεί η συνταγματικότητα της διατήρησης της κατάργησης των επιδομάτων εορτών και αδείας στο δημόσιο που έλαβε χώρα με τον ν.4093/2012.
Αναμφισβήτητα, πρόκειται για ένα δίκαιο αίτημα εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων, οι οποίοι εξακολουθούν να στερούνται ένα συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα, το οποίο είναι σύμφωνο με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τον Κώδικα Ατομικού Εργατικού Δικαίου (π.δ. 80/2022) και στην Ευρωπαϊκή οδηγία 2022/2041/ΕΕ περί επαρκών κατώτατων μισθών στην Ευρωπαϊκή Ένωση που επιτάσσει ίση μεταχείριση εργαζομένων του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα.
Με τον τρόπο αυτό, πιστοποιείται η άσκηση κοινωνικής πολιτικής και όχι με την παροχή επιδομάτων, τα οποία εξυπηρετούν περισσότερο επικοινωνιακές ανάγκες και δεν ανταποκρίνονται στις καθημερινές ανάγκες των πολιτών.