Του Γ.Κατσιάνη
Στην πολιτική τίποτα δεν είναι τυχαίο.
Του λόγου το αληθές επιβεβαιώνει για πολλοστή φορά η παρέμβαση του Αντώνη Σαμαρά να προτείνει για πρόεδρο της Δημοκρατίας τον Κώστα Καραμανλή.
Πρόκειται για αναμενόμενη πρόταση, δεδομένου ότι οι δύο πρώην πρωθυπουργοί έχουν κοινή οπτική σε πολλά ζητήματα και έχουν ασκήσει ουκ ολίγες φορές κριτική στις επιλογές Μητσοτάκη.
Από την άλλη, το Μέγαρο Μαξίμου έχει επιλέξει να τηρεί “σιγήν ιχθύος” στις βολές των κ.κ. Σαμαρά και Μητσοτάκη, αποφεύγοντας να ταράξουν τα ήρεμα (;) νερά της ΝΔ.
Μόνο που το εσωκομματικό πεδίο δεν είναι πλέον τόσο καθαρό, πλέον, όσο παλαιότερα, δεδομένης και της φθοράς που χαρακτηρίζει το κυβερνών κόμμα, όπως αποτυπώθηκε και στις πρόσφατες ευρωεκλογές με την απώλεια ενός εκατομμυρίου ψήφων.
Προσωπικά, θεωρώ απίθανο ο Κ. Μητσοτάκης να επιλέξει για πρόεδρο της Δημοκρατίας πρόσωπο που δεν είναι της δικής του επιρροής.
Προφανώς, θα επιλέξει ένα πρόσωπο που συγκεντρώνει άλλα χαρακτηριστικά από εκείνα του Κώστα Καραμανλή, ο οποίος σε καμία περίπτωση δεν θα έμενε σιωπηρός, ως πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Άλλωστε, η συνταγματική αναθεώρηση του δίνει την ευελιξία της εκλογής προέδρου της Δημοκρατίας με συντριπτική πλειοψηφία, αποφεύγοντας το “ατύχημα” του 2014 που οδήγησε την χώρα σε πρόωρες εκλογές, λόγω της αυξημένης πλειοψηφίας (3/5 των βουλευτών).
Όπως και να έχει, πάντως, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα κληθεί να λύσει την δύσκολη εξίσωση της δημόσιας κριτικής των κ.κ. Σαμαρά και Καραμανλή, της δυσφορίας της κοινωνίας για την καθημερινότητα και της ανοδικής τάσης του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής.