Σημαντική υποχώρηση της ανησυχίας μεταξύ των πολιτών για την υγεία, τόσο τη δική τους, όσο και των συγγενικών τους προσώπων, σε σχέση με την αρχική περίοδο της πανδημίας του covid-19, καταγράφεται σε έρευνα του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης, η οποία πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με την εταιρεία δημοσκοπήσεων Palmos Analysis. Το ενδιαφέρον των καταναλωτών μετατοπίζεται από την υγεία στην οικονομία, ενώ η αξιολόγηση των μέτρων της κυβέρνησης στο οικονομικό πεδίο είναι μεν θετική, αλλά αυξάνεται το ποσοστό όσων τα θεωρούν ανεπαρκή και είναι σαφές ότι η επαναφορά στην κανονικότητα αργεί ακόμη και υπάρχει ξεκάθαρη υποχώρηση της καταναλωτικής δύναμης
Η έρευνα διενεργήθηκε τηλεφωνικά το χρονικό διάστημα 2-4 Ιουνίου 2020 σε δείγμα 600 καταναλωτών του Νομού Θεσσαλονίκης σχετικά με τις επιπτώσεις από την πανδημία του κορωνοϊού και αποτελεί συνέχεια αντίστοιχης που είχε πραγματοποιηθεί το Μάρτιο του 2020, στο πλαίσιο του «Βαρόμετρου ΕΒΕΘ».
Ειδικότερα, το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι ανησυχούν «Πολύ» ή «Αρκετά» για την υγεία τους, λόγω του κορωνοϊού, μειώθηκε αθροιστικά από το 60% στο 36%, ενώ παρόμοια μείωση 20 ποσοστιαίων μονάδων καταγράφτηκε και στο ποσοστό όσων δηλώνουν ότι ανησυχούν «Πολύ» ή «Αρκετά» για την υγεία των δικών τους (από 81% στο 61%).
Αντίθετα η ανησυχία για τα οικονομικά του νοικοκυριού, λόγω της κρίσης του κορωνοϊού, εμφανίζει πολύ μικρότερη αποκλιμάκωση (από το 67% το Μάρτιο 2020 στο 58% σήμερα), κάτι που δείχνει ότι μετατοπίζεται πλέον το ενδιαφέρον (και η ανησυχία) των πολιτών από το υγειονομικό, στο οικονομικό σκέλος της πανδημίας του κορωνοϊού.
Εμφάνιση και αισιοδοξίας για την αντιμετώπιση της κρίσης
Ανησυχία, ανασφάλεια και φόβος είναι τα κυρίαρχα αισθήματα που αναφέρουν οι καταναλωτές σε σχέση με την πανδημία του κορωνοϊού. Ωστόσο, εμφανίζονται πλέον και σημαντικές αναφορές σε αισιοδοξία και ελπίδα για το μέλλον και την αντιμετώπιση της κρίσης. Ενδεικτικό, πάντως, της σχετικής «χαλάρωσης» και μείωσης της ανησυχίας είναι και το ότι το ποσοστό όσων κρίνουν ως «Υπερβολικά/Πολύ αυστηρά» τα περιοριστικά μέτρα που έχουν ληφθεί μέχρι σήμερα από την πολιτεία για την αντιμετώπιση της εξάπλωσης του κορωνοϊού, αυξήθηκε σε σχέση με το Μάρτιο 2020 από το 7% στο 15% (με τη συντριπτική, ωστόσο, πλειοψηφία (79%) να κρίνει τα μέτρα ως «Αναγκαία/Όπως πρέπει»).
Το 60% των ερωτηθέντων θεωρούν ότι οι πολίτες ανταποκρίνονται γενικά ικανοποιητικά στα μέτρα για τον περιορισμό της εξάπλωσης του κορωνοϊού (από 53% το Μάρτιο 2020), ενώ σημαντικό ποσοστό (33%) θεωρούν ότι η ανταπόκριση των πολιτών είναι μέτρια και ότι οι πολίτες δεν έχουν αντιληφθεί την έκταση του προβλήματος (από 36% το Μάρτιο 2020). Μόλις το 6% (από 10% το Μάρτιο 2020) θεωρούν ότι η ανταπόκριση των πολιτών στα περιοριστικά μέτρα είναι απαράδεκτη και οι πολίτες είναι γενικά απείθαρχοι και ανεύθυνοι.
Οι βασικές επιπτώσεις από την εξάπλωση του κορωνοϊού είναι η ακύρωση/αναβολή σημαντικών γεγονότων (όπως π.χ. ταξιδιών, κοινωνικών εκδηλώσεων κτλ.) σε ποσοστό 35% (από 42% το Μάρτιο 2020), η μείωση του εισοδήματος του νοικοκυριού σε ποσοστό 30% (από 43% το Μάρτιο 2020) και η μείωση εργασίας/αλλαγή τρόπου εργασίας σε ποσοστό 25% (από 27% το Μάρτιο 2020). Σημειώνεται, ότι το ποσοστό όσων δηλώνουν σήμερα ότι έχει ανασταλεί η εργασία τους ή έχουν απολυθεί βρίσκεται στο 15% (από 27% το Μάρτιο του 2020). Φαίνεται ότι η μείωση του όγκου εργασίας και η αλλαγή του τρόπου εργασίας είναι οι πιο «ανθεκτικές» επιπτώσεις σε σχέση με το Μάρτιο 2020, καθώς οι σχετικές αναφορές δεν εμφανίζουν αξιόλογη μείωση.
Η αντιμετώπιση της πανδημίας από την πολιτεία και τις αρχές αξιολογείται σε δύο επίπεδα και με διαφορετικά αποτελέσματα: αφενός στο υγειονομικό επίπεδο, όπου η αξιολόγηση από τους πολίτες της ανταπόκρισης της πολιτείας είναι εξαιρετικά θετική (καθώς το 76% τη χαρακτηρίζουν «Πολύ» ή «Αρκετά» ικανοποιητική) και αφετέρου, στο οικονομικό επίπεδο, όπου η αξιολόγηση είναι πιο επιφυλακτική: 47% χαρακτηρίζουν τα μέτρα της πολιτείας «Επαρκή και αποτελεσματικά», έναντι 38% που τα χαρακτηρίζουν «Ανεπαρκή και αναποτελεσματικά».
Μάλιστα, η αξιολόγηση των πολιτών για τα μέτρα στήριξης της πολιτείας εμφανίζει σημαντική μεταβολή σε σχέση με την αντίστοιχη αξιολόγηση του Μαρτίου 2020– στην αρχή της πανδημίας – καθώς το ποσοστό όσων χαρακτηρίζουν τα μέτρα στήριξης «Ανεπαρκή και αναποτελεσματικά» έχει αυξηθεί κατά 12 ποσοστιαίες μονάδες (από το 26% στο 38%).
Επιφυλακτικότητα στις κοινωνικές επαφές – Υποχώρηση της καταναλωτικής δύναμης
Μόλις το 17% των ερωτηθέντων απαντούν ότι δεν έχει επηρεαστεί η κοινωνική τους ζωή και συμπεριφορά από τους περιορισμούς που ίσχυαν μέχρι πρόσφατα, ενώ περίπου 6 στους 10 (59%) δηλώνουν ότι είναι πλέον πιο προσεκτικοί/επιφυλακτικοί στις κοινωνικές τους επαφές και περίπου 1 στους 4 (24%) συνεχίζουν να αποφεύγουν τις κοινωνικές επαφές και θα συνεχίσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Σε σχέση με την καταναλωτική τους συμπεριφορά, 2 στους 3 (66%) δηλώνουν ότι έχουν μειώσει τις επισκέψεις τους στην αγορά και στα εμπορικά καταστήματα σε σχέση με την προ της πανδημίας του κορωνοϊού περίοδο. Παράλληλα, σε ποσοστό από 38% έως 48% – ανάλογα με την κατηγορία προϊόντων – προβλέπουν ότι στο επόμενο χρονικό διάστημα θα μειώσουν τις αγορές τους σε σχέση με την προ της πανδημίας του κορωνοϊού περίοδο, ενώ μόνο στην κατηγορία των τροφίμων και των ειδών πρώτης ανάγκης φαίνεται ότι δεν θα υπάρξει επιδείνωση της κατανάλωσης στο επόμενο διάστημα σε σχέση με την προ της πανδημίας του κορωνοϊού περίοδο.
Αρκετά ικανοποιητική θεωρεί η πλειοψηφία των καταναλωτών την εφαρμογή των μέτρων προστασίας για τον κορωνοϊό από τα εμπορικά καταστήματα και τα super market (52%), ενώ το 15% θεωρούν ότι είναι πολύ ικανοποιητική. Στον αντίποδα, το 19% θεωρούν ότι η εφαρμογή των εν λόγω μέτρων προστασίας είναι λίγο και το 9% καθόλου ικανοποιητική.
Τέλος, η επαναφορά στην κανονικότητα φαίνεται ότι θα αργήσει, με βάση τις εκτιμήσεις των καταναλωτών του Νομού Θεσσαλονίκης: μόλις το 25% προβλέπουν ότι η ζωή θα επανέλθει στην προ της επιδημίας του κορωνοϊού κατάστασης μέχρι το Φθινόπωρο του 2020, το 19% προβλέπουν επαναφορά στην κανονικότητα μέχρι το τέλος του 2020 και το 27% κάποια στιγμή μέσα στο 2021. Για περίπου 1 στους 6 (17%) η ζωή μας δεν θα είναι ποτέ πια ίδια.