Του Γ.Κατσιάνη
Δέκα χρόνια συμπληρώνονται από τότε που οι τράπεζες έκλεισαν για τρεις εβδομάδες και επιβλήθηκε περιορισμός στην κίνηση κεφαλαίων (capital controls).
Αφορμή στάθηκε το ναυάγιο της διαπραγμάτευσης της τότε κυβέρνησης με τους δανειστές για την περαιτέρω αύξηση του επιπέδου της δανειστικής έσχατης προσφυγής (ELA).
Αποτέλεσμα ήταν η αναστολή της λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και η θέσπιση μέτρων, όπως ήταν μεταξύ άλλων η επιβολή ελέγχου στα εμβάσματα από τις ελληνικές στις ξένες τράπεζες και ο καθορισμός ορίου στις αναλήψεις μετρητών (60 ευρώ την ημέρα).
Οι ουρές μπροστά στα ΑΤΜ των τραπεζών και η πολύωρη αναμονή ήταν καθημερινό φαινόμενο ενώ πολλές οικονομικές συμφωνίες ακυρώθηκαν, λόγω της αβεβαιότητας που επικρατούσε στην αγορά.
Είχε προηγηθεί η “φυγή” καταθέσεων, ύψους 45 δισ. ευρώ μέσα σε μόλις έξι μήνες, με αποτέλεσμα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) να αποσύρει το waiver, δηλαδή την κατ’ εξαίρεση αποδοχή των ελληνικών ομολόγων ως εγγύηση (εξαιτίας της χαμηλής πιστοληπτικής τους ικανότητας) στις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών.
Όταν άνοιξαν και πάλι οι τράπεζες, στις 20 Ιουλίου του 2015, οι τράπεζες θέσπισαν αυστηρούς όρους στους κεφαλαιακούς ελέγχους, οι οποίοι πέρασαν τέσσερα χρόνια (Σεπτέμβριος του 2019) για να καταργηθούν πλήρως.
Σήμερα, αν και τα δεδομένα είναι διαφορετικά, η ελληνική οικονομία παραμένει ευάλωτη στις γεωπολιτικές εξελίξεις, λόγω του γεγονότος ότι εξακολουθεί να στηρίζεται στις υπηρεσίες, τις ξένες επενδύσεις και τον υπερκαταναλωτισμό.
Δέκα χρόνια μετά, η διατήρηση ενός στρεβλού αναπτυξιακού μοντέλου δεν εξασφαλίζει στην ελληνική οικονομία την σταθερότητα που απαιτείται ώστε να μην βρεθεί και πάλι αντιμέτωπη με οποιαδήποτε ασύμμετρη απειλή.
“Ούτε ένα ευρώ…” ήταν η απάντηση που έδωσα σε ασφαλιστή που μάταια προσπαθούσε να με πείσει να επενδύσω σε ομόλογα του ελληνικού δημοσίου με καλές αποδόσεις.
Όσον αφορά εκείνους που θεωρούν ευκαιρία για κέρδος την επένδυση σε τίτλους του ελληνικού δημοσίου, θα τους συνιστούσα να μην βιαστούν.
Άλλωστε, πόσο ασφαλές είναι το έδαφος σε μια περιοχή που μοιάζει με κινούμενη άμμος;