Σ.Ξανθοπούλου
“Μια «οριζόντια εφαρμογή» ταυτόχρονου ανοίγματος για όλα τα σχολεία δεν είναι εφικτή” τονίζει μιλώντας στο thesseconomy υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων και ταμίας της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδος , Μάνος Ανδρουλάκης. Στη συνέντευξη που παραχώρησε στο site μας εξηγεί τις ιδιαιτερότητες του ελληνικού σχολείου μεσούσης της πανδημίας και αναλύει και τις παραμέτρους που θα πρέπει να λάβει υπόψη του το Υπουργείο Παιδείας για το οποίο τονίζει ότι δεν έχει καλέσει σε καμία φάση τη Διδασκαλική Ομοσπονδία να εκφράσει τους προβληματισμούς και ενδεχόμενα, τις προτάσεις της πάνω σε αυτά τα ζητήματα.
Ποια είναι η θέση της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδος για το άνοιγμα των σχολείων μετά τις 10 Μαΐου;
Για τη Διδασκαλική Ομοσπονδία Ελλάδας, κυρίαρχος παράγοντας στη λήψη οποιασδήποτε απόφασης για το άνοιγμα των σχολείων, ανεξάρτητα πιθανής ημερομηνίας, δεν μπορεί να είναι άλλος από την προστασία της υγείας των μαθητών μας, των οικογενειών τους και των συναδέλφων εκπαιδευτικών. Είναι ύψιστης σημασίας η διασφάλιση της δημόσιας υγείας. Υπάρχουν ειδικοί επιστήμονες στον Εθνικό Οργανισμό
Δημόσιας Υγείας που παρακολουθούν την εξέλιξη της πανδημίας στη χώρα μας και είναι οι αρμόδιοι, δίχως να λάβουν υπόψη τους προσδοκίες και πιέσεις, να δώσουν το«πράσινο φως» για το άνοιγμα των σχολείων και τις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες θα πρέπει να γίνει. Εκτιμώ, όμως, ότι μια «οριζόντια εφαρμογή» ταυτόχρονου ανοίγματος για όλα για τα σχολεία δεν είναι εφικτή. Αντίθετα, πρέπει να προχωρήσουμε μετά από
καθορισμό σαφών προτεραιοτήτων (π.χ. Γ΄ Λυκείου) και αυστηρή παρακολούθηση των εφαρμοζόμενων μέτρων για αποτροπή νέας έξαρσης της πανδημίας.
Ποιες δυσκολίες πιστεύετε ότι θα υπάρξουν και ποιες παράμετροι πρέπει ενδεχομένως να ληφθούν υπόψη για τα σχολεία της χώρας μας;
Είναι λογικό κάθε χώρα να ακολουθεί τον δικό της σχεδιασμό στην επαναλειτουργία των σχολικών μονάδων, που θα λαμβάνει υπόψη του, ανάμεσα σε άλλους παράγοντες, τη γεωγραφική κατανομή και τις ιδιαίτερες συνθήκες λειτουργίας των σχολικών της μονάδων, τις κλιματολογικές συνθήκες κάθε περιοχής κ.α. Όπως τονίζουν οι ειδικοί στις οδηγίες που έχουν εκδοθεί, σύμφωνα με τα διαθέσιμα επιστημονικά δεδομένα για τη λοίμωξη από το νέο κορωνοϊό SARS-CoV-2, κρίνεται ιδιαίτερα αναγκαία η συστηματική εφαρμογή όλων των μέτρων για την πρόληψη της μετάδοσης και διασποράς του νέου ιού, με έμφαση στην αυστηρή τήρηση των μέτρων ατομικής υγιεινής (π.χ. πολύ καλό και σχολαστικό πλύσιμο των χεριών) και της κοινωνικής απόστασης των, τουλάχιστον, 2 μέτρων. Το τελευταίο, για παράδειγμα, είναι ένα μεγάλο
ζήτημα στην ελληνική σχολική πραγματικότητα και ιδιαίτερα στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Πώς θα διασφαλιστεί η απόσταση των δύο μέτρων για κάθε μαθητή σε κάθε αίθουσα διδασκαλίας, σε όλη τη χώρα; Θα χωρίσουμε τα υπάρχοντα τμήματα σε μικρότερα; Υπάρχουν άραγε επιπλέον αίθουσες για να εφαρμοστεί αυτό; Ή θα προχωρήσουμε σε άλλες λύσεις, όπως για παράδειγμα παρακολούθηση μέρα παρά μέρα για να διασφαλιστεί η απαιτούμενη απόσταση; Σε πολλές περιοχές της χώρας γίνεται μεταφορά μαθητών από και προς τα σχολεία τους με λεωφορεία των τοπικών ΚΤΕΛ ή/και ταξί. Δεν υπάρχει κίνδυνος εξάπλωσης του ιού σε τέτοιες συνθήκες; Επίσης είναι απαραίτητη η ενδελεχής τήρηση των κανόνων ατομικής υγιεινής μαθητών (και εκπαιδευτικών). Πώς θα εξασφαλιστούν τα απαραίτητα υλικά για την τήρησή τους και μάλιστα όταν θα υπάρχει αυξημένη ζήτηση; Ποια μέριμνα έχει προβλεφθεί για
αυξημένη καθαριότητα χώρων των σχολείων όπως οι τουαλέτες;
Τι θα γίνει με τα ολοήμερα σχολεία και τη σίτιση των μαθητών;
Όλα αυτά είναι ενδεικτικά ζητήματα για τα οποία πρέπει να έχουν δοθεί οδηγίες και να έχουν δρομολογηθεί οι λύσεις πριν προχωρήσουμε στο άνοιγμα των σχολείων. Και το θέμα είναι ότι το Υπουργείο Παιδείας δεν έχει καλέσει σε καμία φάση τη Διδασκαλική Ομοσπονδία να εκφράσει τους προβληματισμούς και ενδεχόμενα, τις προτάσεις της πάνω σε αυτά τα ζητήματα.
Μπορούμε να συγκριθούμε με τις χώρες της Βόρειας Ευρώπης που επέτρεψαντο άνοιγμα των σχολείων; Σύμφωνα με το World Economic Forum στη Δανία ναι μεν άνοιξαν τα σχολεία αλλά είναι πολλοί οι γονείς που κρατούν τα παιδιά τους στο σπίτι…
Η Δανία ήταν η πρώτη χώρα που προχώρησε στο άνοιγμα των σχολείων της. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει προειδοποιήσει χώρες όπως η Δανία να μην«ανοίξουν» ξανά τις κοινωνικές και εκπαιδευτικές τους δράσεις πολύ γρήγορα επειδή ελλοχεύει ο κίνδυνος ενός νέου κύματος της πανδημίας. Αυτές οι ανησυχίες οδήγησαν ορισμένους γονείς να δημιουργήσουν ομάδες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που διαμαρτύρονται για το άνοιγμα των σχολείων, με αποτέλεσμα να μην τα στέλνουν.
Επίσης, όπως αναφέρει δημοσίευμα των New York Times
(https://www.nytimes.com/2020/04/17/world/europe/denmark-schools-coronavirus.html) «το πάτωμα των σχολείου έχει καλυφθεί με νέα σημάδια, δείχνοντας στους μαθητές πόσο μακριά πρέπει να στέκονται. Το πλύσιμο των χεριών έχει γίνει μέρος της σχολικής ρουτίνας – η πρώτη στάση για όλους τους μαθητές στην αρχή κάθε ημέρας και στη
συνέχεια την επόμενη ώρα. Οι καθαρίστριες περιοδεύουν το σχολείο με απολυμαντικό και καθαρίζουν κάθε λαβή πόρτας τουλάχιστον δύο φορές κατά τη διάρκεια των σχολικών ωρών… Οι εκπαιδευτικοί στοχεύουν να κάνουν όσο το δυνατόν περισσότερη διδασκαλία σε εξωτερικούς χώρους. Και αντί να φτάσουν μέσω μιας ενιαίας εισόδου, οι μαθητές πρέπει να εισέλθουν από πολλές πλευρικές πόρτες, ανάλογα με την τοποθεσία της τάξης τους». Αλήθεια πώς φαίνονται αυτά στην ελληνική πραγματικότητα; Μπορείς να κάνειςμάθημα, μήνα Μάιο και Ιούνιο, στην Κρήτη για παράδειγμα, στον κάμπο της Λάρισας με τις θερμοκρασίες να χτυπάνε «κόκκινο» ή στα αστικά κέντρα με τη φασαρία να είναι ανυπόφορη;
Πολλοί γονείς ανησυχούν για το αν θα χαθεί η σχολική χρονιά. Έχει βάση αυτή η ανησυχία;
Μην ξεχνάμε ότι τα σχολεία έκλεισαν με τη λήξη του δευτέρου τριμήνου. Άρα ένα πολύ μεγάλο ποσοστό της ύλης είχε ήδη διδαχθεί. Και είναι σίγουρο ότι οι εκπαιδευτικοί μπορούν να προσαρμόσουν τη διδακτική πράξη, όποτε και αν κληθούν να το κάνουν και να καλύψουν την ύλη που πρέπει να καλυφθεί (ενώ υπάρχει η πρόβλεψη για περικοπή
μέρους της εάν συντρέχουν λόγοι). Τουλάχιστον, στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση δεν πρέπει οι γονείς να ανησυχούν για το θέμα αυτό.
Πώς πήγε η διαδικασία της τηλεκπαίδευσης έως τώρα; Ανταποκρίθηκε στις ανάγκες μαθητών και εκπαιδευτικών το “ψηφιακό σχολείο”;
Από την πρώτη κιόλας μέρα της αναστολής της λειτουργίας των σχολικών
μονάδων, ακόμα και πριν από το ίδιο το Υπουργείο Παιδείας, η εκπαιδευτική κοινότητα έδειξε τα αντανακλαστικά της αναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες επικοινωνίας και στήριξης των μαθητών μας, μέσω της δημιουργίας ψηφιακών τάξεων, ανάρτησης και διάχυσης εκπαιδευτικού υλικού με οποιοδήποτε πρόσφορο τρόπο απευθυνόμενη ακόμα και σε
μαθητές που δεν έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες διαδικτύου. Και η προσπάθεια αυτή συνεχίζεται και εντείνεται χάρη στις ικανότητες, το μεράκι και το φιλότιμο των εκπαιδευτικών έως και σήμερα. Σε άμεση καθημερινή επικοινωνία με μαθητές και γονείς, παρέχουν υποστηρικτικό εκπαιδευτικό υλικό και κατευθύνουν τους μαθητές τους σε μια
ανατροφοδοτική κι εποικοδομητική, της γνώσης και της μάθησης, διαδικασία με κάθε πρόσφορο μέσο και μέθοδο που επιλέγουν ως καταλληλότερη με βάση την άποψη που έχουν διαμορφώσει για τη λειτουργία της τάξης τους από την καθημερινή επαφή τους με
τους μαθητές λαμβάνοντας υπόψη και τις τεχνικές δυνατότητες που έχουν ή πιθανά δεν έχουν οι μαθητές τους.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η εξ αποστάσεως εκπαίδευση αποτελεί μια επικουρική-υποστηρικτική εκπαιδευτική διαδικασία και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί και δεν επιτρέπεται, επιστημονικά, να υποκαταστήσει την ουσιαστική και καίρια εκπαιδευτική
διαδικασία της σχολικής τάξης και ζωής. Πρέπει να τονίσουμε ότι η συντριπτική πλειοψηφία των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, με την υποστήριξη διευθυντών, υποδιευθυντών και
εκπαιδευτικών πληροφορικής, έφτιαξαν τις δικές τους «κοινότητες γνώσης» και υποστήριξης των μαθητών τους.
Πρέπει παράλληλα να επισημάνουμε ότι δεν είναι καθόλου αυτονόητη η δυνατότητα πρόσβασης των μαθητών σε ηλεκτρονικό υπολογιστή καθώς και σύνδεσης με το διαδίκτυο. Πρέπει άμεσα να υπάρξει μέριμνα από το Υπουργείο Παιδείας και άμεσα να φροντίσει για τον εξοπλισμό με ηλεκτρονικούς υπολογιστές όλων των οικογενειών που δεν
έχουν την οικονομική δυνατότητα να αποκτήσουν αλλά και να εξασφαλιστεί ότι όλοι οι μαθητές θα έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο, απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή ασύγχρονων μορφών εξ’ αποστάσεως εκπαίδευσης, ώστε να μη μείνει κανένα παιδί εκτός
της διαδικασίας αυτής, γεγονός, που αν δε συμβεί, θα συμβάλει στην ακόμη μεγαλύτερηαναπαραγωγή της κοινωνικής ανισότητας.
Θεωρείτε ότι η πανδημία έθεσε καινούργια ζητήματα του τρόπου λειτουργίας των σχολείων στην Ελλάδα;
Η πανδημία άλλαξε τις ζωές μας σε όλα τα επίπεδα. Και πρέπει να
προσαρμοστούμε στα νέα αυτά δεδομένα. Και η προσαρμογή αυτή είναι απαραίτητη και για το σχολείο. Αυτό όμως δεν μπορεί να γίνει από τη μια μέρα στην άλλη ούτε μπορεί να υποκαταστήσει τη μαθησιακή διαδικασία μέσα στη σχολική πραγματικότητα, όπως υφίσταται. Τα δείγματα της προσαρμογής αν και δειλά είναι ενθαρρυντικά. Η πολιτεία πρέπει να δείξει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στους εκπαιδευτικούς της. Και να τους κάνει
συνομιλητές της και συνοδοιπόρους στην προσπάθεια βελτίωσης της δημόσιαςεκπαίδευσης. Για το καλό των μαθητών και ολόκληρης της κοινωνίας.